Διοκλητιανούπολη

box

Αρχαιολογικός Χώρος Διοκλητιανούπολης

Σε απόσταση περίπου ενός χιλιομέτρου από το αρχαιολογικό μουσείο Άργους Ορεστικού, στη θέση του σημερινού Αρμενοχωρίου, βορειοδυτικά της ομώνυμης πόλης, βρίσκεται ο αρχαιολογικός χώρος της Διοκλητιανούπολης.

Ιδρυτής της ιδιαίτερης αυτής τειχισμένης πόλης, φέρεται να είναι ο Ρωμαίος Αυτοκράτορας Διοκλητιανός (284-305 μ.Χ.).

Χάλκινα νομίσματα Μαξιμιανού (294/5-305) και Λικινίου (308-324) μας επιτρέπουν να υποθέσουμε ως χρόνο κατασκευής των τειχών της πόλης τα τέλη του 3ου ή τις αρχές του 4ου αιώνα. Επιπλέον, σύμφωνα με τους ιστορικούς, κατά τον 4ο αιώνα η Διοκλητιανούπολη αποτελούσε έδρα της ομώνυμης επισκοπής (διοικητική ενότητα) και ανήκε διοικητικά στη Θεσσαλία, ενώ σύμφωνα με το «Συνέκδημο» του Ιεροκλέους κατείχε την ενδέκατη θέση μεταξύ των Θεσσαλικών πόλεων.

Παράγοντες όπως η γεωγραφική θέση της πόλης, σε εύφορο και πεδινό ανάγλυφο, πλησίον του ποταμού Αλιάκμονα, και η φυσική οχύρωσή της από τους ορεινούς όγκους της Πίνδου, του Βέρνου και του Βούρινου, είναι πιθανό ότι ευνόησαν θετικά την ανάπτυξή της. Συγκεκριμένα, ο ιστορικός Προκόπιος, στο έργο του «Περι κτισμάτων» (553-555μ.Χ.), μας πληροφορεί ότι επρόκειτο για μία ακμάζουσα πόλη, η οποία όμως καταστράφηκε σταδιακά από επιδρομές, πιθανότατα των Γότθων, κατά το τέλος του 4ου αιώνα, όταν ο αυτοκράτορας Ιουστινιανός (527-565) τη μετέφερε σε ασφαλέστερο τόπο, στη «νήσο» της λίμνης της Καστοριάς. Ωστόσο, τα μέχρι τώρα αρχαιολογικά δεδομένα, καταδεικνύουν ότι η πόλη δεν εγκαταλείφθηκε, αλλά συνέχισε να κατοικείται, έστω σε μικρότερο βαθμό.

Συνολικά, ο επισκέψιμος αρχαιολογικός χώρος περιλαμβάνει την οχύρωση της πόλης, η συνολική περίμετρος της οποίας ήταν περίπου 2700μ. μεγάλο τμήμα της οποίας έχει αποκατασταθεί, καθώς και λείψανα λατρευτικών και κοσμικών κτηρίων του 4ου και του 5ου αιώνα.

Scroll to Top
Μετάβαση στο περιεχόμενο